Η Κάστα του “Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια”
Υπάρχει μια συγκεκριμένη κλάση πολιτών που εδώ και χρόνια καπηλεύεται με έντονο τρόπο τα περί “Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια”. Αυτές οι αξίες παρουσιάζονται ως ιερά και απαραβίαστα θεμέλια, χρησιμοποιούμενες για τη δημιουργία πολιτικών ταυτοτήτων και την επίδειξη ηθικής ανωτερότητας. Αυτή η ομάδα, που αναφέρεται ως “(μ)πατριώτες”, έχει καταφέρει να συνδέσει τις πολιτικές της επιδιώξεις με την εθνική συνείδηση, προκειμένου να εξυπηρετήσει τα δικά της συμφέροντα.
Για αυτή την κάστα, η “Πατρίδα” λειτουργεί ως εργαλείο δικαιολόγησης για επιδοτήσεις και προνόμια που συχνά δεν δικαιούνται. Η αγάπη τους για την πατρίδα φαίνεται να περιορίζεται στον τρόπο με τον οποίο αυτή τους εξυπηρετεί οικονομικά, αρκεί να «φουσκώνει» παράνομα τους τραπεζικούς τους λογαριασμούς.
Η “Θρησκεία” τους είναι το άλλοθι για την καθημερινότητά τους. Να πηγαίνουν στην εκκλησία την Κυριακή και να συμμετέχουν σε θρησκευτικές τελετές, ενώ παράλληλα διαπράττουν απάτες και εκμεταλλεύσεις. Η πίστη τους περιορίζεται στο φαίνεσθαι και χρησιμοποιούν τον Θεό ως τείχος προστασίας για να καλύψουν τις ποταπές πράξεις τους.
Η “Οικογένεια”, τέλος, είναι το κέντρο της ζωής τους, αλλά με έναν τρόπο που δεν περιλαμβάνει αλληλεγγύη ή προσφορά. Αντιθέτως, αυτή η οικογένεια χρησιμοποιείται ως εργαλείο για τη διαιώνιση ενός συστήματος διαπλοκής—τα παιδιά τους πρέπει να ενταχθούν σε αναπτυξιακά προγράμματα, οι συγγενείς να αποκτούν προνόμια και οι γνωστοί να έχουν πρόσβαση σε δημόσιες υπηρεσίες. Έτσι, η οικογένεια δεν είναι κύτταρο της κοινωνίας, αλλά ένα κομβικό σημείο του κυκλώματος που εξυπηρετεί προσωπικά συμφέροντα.
Αυτή η κάστα δεν αγαπά την πατρίδα, δεν σέβεται τη θρησκεία και δεν τιμά την οικογένεια. Η προτεραιότητά τους είναι η προσωπική τους ευημερία και τα κέρδη που μπορούν να αποκομίσουν από τα ψεύδη τους. Όσο συνεχίζουν αυτή την πρακτική, η κοινωνία θα υποφέρει και θα σαπίσει εκ των έσω.
Η μεγαλύτερη ζημία επηρεάζει, φυσικά, τους ανθρώπους που πραγματικά δικαιούνται τις επιδοτήσεις. Αυτοί είναι οι νόμιμοι δικαιούχοι, που ασχολούνται με την αγροτική παραγωγή και οι οποίοι αποκλείονται από τα κονδύλια που τους αναλογούν. Διαπιστώνουν ότι οι επιδοτήσεις κατευθύνονται σε κομματικούς πελάτες, τοπικούς παράγοντες και επιτήδειους, με αποτέλεσμα κάποιοι να εγκαταλείπουν το επάγγελμα τους, ενώ άλλοι να χρεοκοπούν.
Η ζημιά αυτή δεν περιορίζεται μόνο στους άμεσα θιγόμενους. Όλοι οι Έλληνες φορολογούμενοι καλούνται να επωμιστούν το κόστος αυτής της απάτης. Όταν οι ευρωπαϊκοί ελεγκτικοί μηχανισμοί εντοπίζουν παρατυπίες, τα ποσά που πρέπει να επιστραφούν δεν καταβάλλονται από τους απατεώνες αλλά το κράτος καλείται να τα καλύψει, επιβαρύνοντας τους πολίτες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα πρόστιμα, μείωση των διαθέσιμων κονδυλίων και ενίσχυση της καχυποψίας προς τη χώρα.
Η ζημία αυτή έχει πολλαπλές διαστάσεις και δεν περιορίζεται μόνο στα άμεσα χαμένα κονδύλια ή τα πρόστιμα. Εάν οι επιδοτήσεις κατευθύνονταν στους νόμιμους δικαιούχους, θα ενίσχυαν την αγροτική παραγωγή, οδηγώντας σε μεγαλύτερη εγχώρια παραγωγή, περισσότερες εξαγωγές, περισσότερες θέσεις εργασίας και αυξημένα φορολογικά έσοδα για το κράτος. Η απάτη λοιπόν δεν πλήττει μόνο άμεσα αλλά και έμμεσα, στερώντας από την οικονομία την πραγματική ανάπτυξη που θα μπορούσε να υπάρξει.
Αυτοί είναι οι “(μ)πατριώτες”, κυρίως δεξιοί, νεοδημοκράτες και υποστηρικτές της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Αυτοί δρουν πάντα σε πλήρη συνεννόηση ή ανοχή με το κόμμα τους, επηρεάζοντας βαρύτατα τις οικονομικές και πολιτικές συνθήκες της χώρας.