Οι Αναμνήσεις από την Καταστροφή του Επταχωρίου το 1944
Στις αρχές Ιουλίου του 1944, οι Γερμανοί κατακτητές εκδίδουν τις τελευταίες τους εκκαθαριστικές επιχειρήσεις και στην περιοχή μας. Μπροστά στον επικείμενο κίνδυνο, αποφασίζουμε να απομακρυνθούμε προς τα βουνά. Οι Γερμανοί διέρχονται το χωριό μας με κατεύθυνση προς τον Πεντάλοφο, όπου βρίσκεται η IX Μεραρχία του ΕΛΑΣ. Αλήθεια, οι Άγγλοι, που κατέχουν την στρατηγικά κρίσιμη κορυφογραμμή «Τάλιαρος», υπό την καθοδήγηση του φιλολόγου καθηγητή από τη Σιάτιστα, Καπετάνιου του ΕΛΑΣ, επιτίθενται στους Γερμανούς με όλμους.
Οι στόχοι των Γερμανών είναι να σπάσουν και να διαλύσουν κάθε αντίσταση, και έτσι περικυκλώνουν το ορεινό συγκρότημα που μας κρύβει. Σε αυτή την αγχωτική κατάσταση, οι Γερμανοί παραδίδουν την πικρή εκείνη ημέρα, στις 4 Ιουλίου 1944, το Επταχώρι στις φλόγες. Το χωριό μας, γεμάτο ιστορία από τους αγώνες κατά των Τούρκων και Τουρκαλβανών, αλλά και από τον Δαβάκη το ’40, γίνεται εκ νέου θύμα της βίας.
Όμως, την ώρα που ανεβαίνουν προς τον Τάλιαρο, συναντάμε τους Γερμανούς, και εμείς, τρομαγμένοι σαν τα χαμένα πρόβατα, τρέχουμε να κρυφτούμε στις σπηλιές και τα φαράγγια του βουνού. Ευτυχώς, οι Γερμανοί δεν μας πυροβολούν. Ήταν τόσο απλό να μας σκοτώσουν. Το μόνο θύμα από αυτήν την επιδρομή ήταν ο Τζούγκρας Χριστόφορος, ο οποίος ήταν κουφός. Όταν του φώναξαν «αλτ», δεν σταμάτησε και δέχθηκε τα πυρά.
Τελικά, οι Γερμανοί αποχώρησαν για πάντα. Εμείς, αναλαμβάνοντας το βάρος της ανασυγκρότησης, ξαναχτίζουμε το χωριό πιο όμορφο από πριν. Ωστόσο, αυτή η περιπέτεια, όταν ήμουν μόλις 11 ετών, άφησε ανεξάλειπτες παραστάσεις στη μνήμη μου. Ένιωθα μια ψυχολογική ανάγκη να εκφραστώ και να καταγράψω τα ιστορικά αυτά γεγονότα όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Έτσι, το 1955, δέκα χρόνια μετά την καταστροφή, επιχειρώ να αποτυπώσω αυτές τις αναμνήσεις.
Από την ολοκληρωτική καταστροφή, σώθηκαν μόνο λίγα σπίτια, η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής και το σχολείο.
Φωτογραφίες του χθες και του σήμερα αποτυπώνουν την ιστορία του χωριού μας. Στην πλατεία του χωριού, πριν την πυρκαγιά του ’44, διακρίνουμε μία σκηνή πιθανώς από γάμο, όπου κάποιοι κρατούν πάνω στα κεφάλια τους “κανίσκια” με δώρα. Αριστερά, το σπίτι του Μιχ. Τσέτσου, που σήμερα είναι το καφενείο «Ο απάνω μαχαλάς». Δεξιά, η πινακίδα στο σπίτι της οικογένειας Γακίδη αναγράφει «ΚΑΦΕΝΕΙΟΝ ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ, ΑΝΑΣΤΑΣ.Ν.ΓΑΚΙΔΗΣ».
Αξιοσημείωτη είναι η φωτογραφία του 1950, όπου ο χορός στην πλατεία για γάμους και πανηγύρια πραγματοποιείται με τα χαλάσματα γύρω. Παρά την καταστροφή του ’44 από τους Γερμανούς, οι κάτοικοι επιμένουν να γιορτάζουν τη ζωή. Αν και πολλοί αναγκάσθηκαν να φύγουν στον Πεντάλοφο και σε άλλες πόλεις κατά τα δύο χρόνια του Εμφυλίου (1947-1949), οι περισσότεροι επέστρεψαν στο έρημο χωριό από το Σεπτέμβριο του 1949 έως την άνοιξη του 1950.
Η πλατεία, όπως είναι σήμερα, είναι το ίδιο σημείο που αποτυπώθηκε στις προηγούμενες φωτογραφίες, με την πινακίδα «ΠΛΑΤΕΙΑ ΣΥΝΤΑΓ/ΡΧΟΥ ΔΑΒΑΚΗ» να δεσπόζει στον αριστερό τοίχο.